
«Μια φορά υπάρχουμε, δεν υπάρχει τρόπος να υπάρξουμε δυο φορές και μάλλον δε θα υπάρξουμε ξανά ποτέ», έλεγε ο Επίκουρος. Αλήθεια, όμως, γιατί υπάρχουμε; Για ποιο λόγο αξίζει να ζούμε; Ποιο είναι το νόημα της ζωής μας;
Κάθε πολιτισμός μιλά με τον δικό του τρόπο στις ψυχές των ανθρώπων. Αν για παράδειγμα είμαστε Ινδουιστές, ασκούμαστε να αναπτύξουμε τον μέγιστο βαθμό εγκράτειας διότι με αυτόν τον τρόπο θα αυξήσουμε τις πιθανότητες στην επόμενη ζωή μας να μετεμψυχωθούμε σε κάτι ανώτερο. Αν είμαστε Βουδιστές, διαλογιζόμαστε για να φτάσουμε στη νιρβάνα, στο ύψιστο επίπεδο γαλήνης. Αν είμαστε Εβραίοι, μελετάμε με προσοχή και λεπτομέρεια την Τορά· αν ανήκουμε στην αφρικανική φυλή Μούρσι λατρεύουμε τις ψυχές των προγόνων μας. Αν, όμως, είμαστε πολίτες στον καπιταλισμό, τι είναι αυτό που θα δώσει νόημα στη ζωή μας; Ο καταναλωτισμός, η συσσώρευση αγαθών, η ικανοποίηση των υλικών αναγκών, η εμμονή στην παραγωγή που συχνά εκδηλώνεται με τη μορφή φούσκας στην οικονομική σφαίρα;
Κάποιοι ξοδεύουν όλη τους την ενέργεια προκειμένου να γίνουν όσο το δυνατό πιο ορατοί και πιο ακουστοί συμμετέχοντας σε reality παιχνίδια ή επιδιώκοντας να αποσπάσουν τον μέγιστο αριθμό «likes» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Άλλοι πασχίζουν να επιμηκύνουν τη ζωή με φαρμακευτικά ή άλλα σκευάσματα, με συμπληρώματα διατροφής και με αυστηρές δίαιτες. Κι ακόμα ορισμένοι μοχθούν για να καταστήσουν αθάνατο το σώμα τους με την βοήθεια της γενετικής -μέσω κλωνοποίησης- ή ακόμη και της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία τα τελευταία χρόνια υπόσχεται να μεταφέρει το περιεχόμενό μας, λες και πρόκειται για περιεχόμενο υπολογιστή (hardware) σε ένα άλλο υλικό σώμα -συνεπώς αν αρρωστήσει και πεθάνει το σώμα μας, το περιεχόμενό του να μείνει ζωντανό και να είναι σε θέση να λειτουργεί σε άλλο σώμα.
Συχνά οι άνθρωποι επενδύουν τον χρόνο τους στην κοσμικότητα, στα πάρτι, στις δημόσιες συναναστροφές, στο φαγητό, στο ποτό, στο σεξ, στην απόλαυση των αισθήσεων, στον ευδαιμονισμό, στον βίο των ηδονών όπως έλεγε ο Αριστοτέλης. Φτάνει, όμως, αυτό για να αισθανθούμε πληρότητα; Θα μας κάνουν οι ηδονές ευτυχισμένους ή χρειαζόμαστε και κάτι ακόμα; «Δεν ξέρω γιατί βρισκόμαστε εδώ, αλλά είμαι σχεδόν σίγουρος ότι ο λόγος δεν είναι για να περάσουμε καλά», αναφώνησε ο Λούντβικ Βιτγκενστάϊν. Ένας μοναχός απαρνιέται τον καταναλωτισμό και την ηδονή μέσα στην κοινοβιακή ζωή του μοναστηριού. Νιώθει ευτυχισμένος;
Κατά την αρχαιότητα, αν σε μια μάχη ένας ελεύθερος πολίτης επέλεγε να λουφάξει προκειμένου να σώσει τη ζωή του γινόταν δούλος, δηλαδή καταδικαζόταν να ζει και να εργάζεται όπως ένα ζώο. Ο αρχαίος άνθρωπος ήταν στη διάθεση της πόλης του προσφέροντας και τη ζωή του αν χρειαζόταν προκειμένου να την υπερασπιστεί. Η πόλις, το «πολιτικό», η δημόσια σφαίρα λειτουργούσε λόγω της ανάγκης του να υπερβεί το θνητό του σώμα και να διεκδικήσει την αθανασία μέσα από άθλους, μέσα από την επιτέλεση σπουδαίων πράξεων. Αυτή ήταν και η ουσία της δημοκρατίας στην αρχαιότητα: η επιδίωξη της αθανασίας μέσα από την υστεροφημία.
Αργότερα, ο χριστιανισμός υποσχέθηκε στους ανθρώπους τη μετά θάνατον αιώνια ζωή. Οι χριστιανοί δε χρειαζόταν να κάνουν τίποτα άλλο από το να είναι καλοί χριστιανοί επιτελώντας καλές πράξεις. Το αίτημα της αθανασίας μέσω της υστεροφημίας καταργήθηκε. Είμαστε κατ’ εικόνα και κατ’ ομοίωση του θεού, όπως οι πρωτόπλαστοι, ο Αδάμ και η Εύα, και η αιώνια ζωή, δηλαδή η αθανασία, ήταν δεδομένη. Αλλά οι καλές πράξεις του χριστιανού δε θα έπρεπε να είναι ορατές, δε θα έπρεπε να γίνονται δημόσια. Στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, (Ματθαίος 6: 3,4) η εντολή ήταν σαφής: «Εσύ, όμως, όταν κάνεις ελεημοσύνη, ας μη γνωρίζει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου, για να γίνεται η ελεημοσύνη σου στα κρυφά, και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά θα σε ανταμείψει».
Στον νεώτερο κόσμο «όλα έχουν γίνει κατανοητά, εκτός από το πώς να ζούμε» είπε ο Ζαν Πωλ Σαρτρ. Εξουσία, δόξα, χρήμα δε φαίνεται πως είναι αρκετά για να δημιουργήσουν νοήματα και να ικανοποιήσουν βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου. Αν, όμως, γίνεις γονέας; Αν εσύ ο ίδιος φτιάξεις ζωή; «Το να γίνεις πατέρας ή μητέρα δεν είναι δημιουργικό, όπως δεν είναι ο θάνατος καταστροφικός», υποστήριξε η Χάνα Άρεντ. «Πρόκειται για δυο διαφορετικές φάσεις του ίδιου, αέναα επαναλαμβανόμενου κύκλου, στον οποίο μετέχουν όλα τα έμβυα όντα σαν να ήταν μαγεμένα». Ο θάνατος αποτελεί το άκρον άωτον της μοναξιάς και της αδυναμίας. Αλλά όταν αντιμετωπίζεται συλλογικά, σε ώρα δράσης, ο θάνατος αλλάζει όψη: Τίποτα δεν ενισχύει τη ζωτικότητά μας περισσότερο από την εγγύτητά του. Τίποτα δεν ενισχύει περισσότερο το πράττειν: την ικανότητα να ξεκινάς κάτι καινούργιο, να ανοίγεις τα πανιά σου για κάτι καινούργιο. Αυτή είναι η ανθρώπινη απάντηση στη συνθήκη της γέννησης. Αν δεν υπήρχε η συνθήκη της γέννησης, δε θα ξέραμε καν τι είναι καινοτομία. Κάθε πράξη θα ήταν είτε απλή συμπεριφορά είτε συντήρηση. Η ανθρώπινη απάντηση είναι η πρόοδος. Πρόοδος σημαίνει μεγέθυνση, ασταμάτητη διαδικασία περισσότερου κι ακόμα περισσότερου, μεγαλύτερου κι ακόμη μεγαλύτερου. Η πρόοδος μπορεί να αποτελεί οδηγό δράσης για το μέλλον, απαντά στο ερώτημα: τι κάνουμε τώρα; Και η απάντηση είναι: Ας αναπτύξουμε ό,τι έχουμε σε κάτι καλύτερο, σε κάτι μεγαλύτερο, σε κάτι υψηλότερο.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ανέφερε πως αν ένας άνθρωπος δεν έχει βρει κάτι για το οποίο θα πέθαινε, δεν αξίζει να ζει. Ο θάνατος θα είναι εκεί, πάντα εκεί. Όσο κι αν θέλουμε να το ξεχάσουμε, όσο κι αν κάνουμε πως δε μας αφορά, ξέρουμε ότι κάπου στο βάθος μάς περιμένει για να μας κλείσει το μάτι. Ο θάνατος συνιστά το όριο, το τελευταίο σύνορο. Η επιτακτικότητά του μάς αφυπνίζει ως προς τον τρόπο που θα επιλέξουμε να ζήσουμε, διότι μάς ενθαρρύνει να στοχαστούμε, να επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες και τις προτεραιότητές μας.
Αν σε ένα μήνα από τώρα καταστρεφόταν η ανθρωπότητα, τι θα είχε νόημα από αυτό που κάνουμε σήμερα; Προφανώς, τίποτα. Νόημα αποκτά η ζωή όταν στις επιδιώξεις μας -ακόμη και στις πιο εγωιστικές και φιλόδοξες- χωράνε και οι άλλοι· αυτοί που ζουν σήμερα, αλλά και αυτοί που θα έρθουν, οι πολίτες που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί. Η ζωή μας αποκτά νόημα όταν με κάποιο τρόπο περιέχει την ιδέα της συνέχειας της ανθρωπότητας. Δίχως αυτήν την ιδέα, ο εσωτερικός μας εαυτός αλλά και η κοινωνία στο σύνολό της θα κατέρρεαν. Η διεκδίκηση της αθανασίας, μέσω της υστεροφημίας, με την επιτέλεση αξιομνημόνευτων έργων είναι αδύνατη αν δεν περιλαμβάνει μια μελλοντική ανθρωπότητα, όλους εκείνους που θα γεννηθούν πολλά χρόνια μετά από μας, όλους αυτούς που δε θα γνωρίσουμε ποτέ.
Για ποιο λόγο αξίζει να ζούμε; Πολύ σπουδαίο ερώτημα, γιατί αν το απαντήσουμε, τότε θα είναι εύκολο να πούμε: πώς να ζούμε τη ζωή μας;