«Υποστηρικτές της επίπεδης γης με μια πυξίδα επιχείρησαν να φτάσουν στην άκρη του κόσμου». «Δεν υπάρχει κορωναϊός, πρόκειται για μια παγκόσμια συνομωσία». «Είχαν το εμβόλιο έτοιμο από πριν και το έκρυβαν». «Η ακτινοβολία του δικτύου 5G ευθύνεται για την εμφάνιση και την εξάπλωση του ιού». Πώς γίνεται να κυκλοφορούν τόσες πολλές θεωρίες συνωμοσίας στην εποχή της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου; Γιατί, ενώ η κοινή γνώμη έχει τη δυνατότητα συνεχούς πρόσβασης σε γνώση, υιοθετεί μη τεκμηριωμένες ερμηνείες ενός γεγονότος;
Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σκέψη πάνω σ’ αυτό το θέμα έχει διατυπώσει η σημαντική φιλόσοφος του εικοστού αιώνα, Χάνα Άρεντ. Οι μάζες, λέει η Άρεντ, δεν πιστεύουν σε τίποτα το ορατό ούτε καν στην πραγματικότητα των εμπειριών τους. Δεν εμπιστεύονται ούτε τ’ αυτιά τους ούτε τα μάτια τους, παρά μόνον τη φαντασία τους, που προσελκύεται από ό,τι είναι ταυτόχρονα παγκόσμιο κι έχει μια εσωτερική συνοχή. Δεν πείθονται από τα γεγονότα, ακόμα και τα ψεύτικα, αλλά μόνον απ’ τη συνοχή του συστήματος στο οποίο, υποτίθεται, ανήκουν. Συνήθως τονίζεται ιδιαίτερα η σημασία της επανάληψης, επειδή υπάρχει η αντίληψη ότι οι μάζες δεν είναι πολύ ικανές να καταλάβουν και να θυμηθούν.
Αυτό που αρνούνται να αναγνωρίσουν είναι ο τυχαίος χαρακτήρας της πραγματικότητας. Είναι προδιατεθειμένες να δεχθούν όλες τις ιδεολογίες επειδή εξηγούν τα γεγονότα σαν να είναι απλά παραδείγματα νόμων, και εξαλείφουν τις συμπτώσεις εφευρίσκοντας μια ύστατη φανταστική δύναμη που σβήνει όλα τα ατυχήματα. Είναι μια φυγή από την πραγματικότητα προς τον μύθο, από την σύμπτωση στην συνοχή. Οι μάζες επιθυμούν έναν κόσμο με πλήρη συνοχή, κατανοητό και προβλεπτό. Σαν να απαιτούν τη συνεχή επανάληψη του θαύματος των εβδομήκοντα, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, εβδομήντα διαφορετικοί μεταφραστές απέδωσαν με τον ίδιο τρόπο μια ελληνική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης. Η κοινή λογική δεν μπορεί να δεχτεί αυτήν την ιστορία παρά σαν έναν μύθο ή ένα θαύμα. Όμως, θα μπορούσε κανείς να προφασιστεί ότι είναι μια απόδειξη της απόλυτης πιστότητας κάθε λέξης της μετάφρασης.
Με άλλα λόγια, αν είναι αλήθεια ότι οι μάζες διακατέχονται από την επιθυμία να ξεφύγουν από την πραγματικότητα, επειδή μέσα στην ουσιαστική τους αποξένωση δεν μπορούν να κατανοούν και να υποφέρουν τις τυχαίες και ακατανόητες πλευρές της, είναι επίσης γεγονός ότι η δίψα τους για παραμύθια έχει κάποια σχέση με το ότι η λογική πλευρά του ανθρώπινου μυαλού εναντιώνεται στην καθαρή τύχη. Η φυγή των μαζών από την πραγματικότητα είναι μια καταδίκη του κόσμου, μέσα στον οποίο είναι υποχρεωμένες να ζουν χωρίς να μπορούν να υπάρχουν. Κι αυτό επειδή ο κόσμος αυτός καθορίζεται απ’ τις συμπτώσεις, κι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να μεταμορφώνουν διαρκώς τις χαοτικές και τυχαίες συνθήκες σε ένα σχήμα με κάποια σχετική συνοχή.
Η εξέγερση των ανθρώπων ενάντια στον ρεαλισμό και την κοινή λογική φανερώνει ότι είναι δύσκολο να υπάρξει μια ισορροπημένη οπτική της αλληλεξάρτησης του αυθαίρετου και του προβλεπτού, του τυχαίου και του αναγκαίου. Εκεί βρίσκει χώρο να αναπτυχθεί και η ολοκληρωτική προπαγάνδα, η οποία δε θα μπορούσε να προσβάλει απροκάλυπτα την κοινή λογική, παρά μόνον όταν αυτή έχει πάψει να υπάρχει. Η εναλλακτική λύση είναι η αντιμετώπιση μιας αναρχικής κι αυθαίρετης ανάπτυξης της πραγματικότητας, ή η υποταγή σε μια ιδεολογία με εξαιρετικά άκαμπτη λογική, τελείως φανταστική. Οι μάζες σχεδόν πάντα κάνουν τη δεύτερη επιλογή κι είναι έτοιμες να το πληρώσουν αυτό με ατομική θυσία –όχι επειδή είναι ανόητες ή διεστραμμένες, αλλά επειδή μέσα στην γενική καταστροφή, αυτή η φυγή τούς εξασφαλίζει κάποιο αυτοσεβασμό.
Αυτός είναι και ο λόγος, λέει η Άρεντ, που τα ολοκληρωτικά κινήματα δημιουργούν έναν κόσμο με ψεύτικη συνοχή, δηλαδή έναν κόσμο με θεωρίες συνωμοσίας, που ικανοποιούν τις ανάγκες του ανθρώπινου μυαλού καλύτερα απ’ την πραγματικότητα. Σ’ αυτόν τον κόσμο, και μόνον με την φαντασία, οι αποξενωμένες μάζες αισθάνονται οικεία κι έχουν την εντύπωση ότι έτσι αποφεύγουν τα συνεχή πλήγματα που επιφυλάσσει η πραγματική ζωή και οι πραγματικές εμπειρίες στους ανθρώπους και στις ελπίδες τους. Και η σπουδαία φιλόσοφος φέρνει το ακραίο μεν, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα του ναζισμού. Ο πιο αποτελεσματικός μύθος της ναζιστικής προπαγάνδας ήταν η εύρεση μιας εβραϊκής διεθνούς συνωμοσίας.
Πηγή: Από Ρεβέκκα Κοτσαρίδου- δημοσιογράφος, συγγραφέας